Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2010

Τι αξιώνεις; Τι προσδοκάς;
Ο έρωτας αυτοκτόνησε
η αγάπη γέρασε..
Σε ποιο θεό προσεύχεσαι;
Οι άνθρωποι έγιναν πέτρες
τα πουλιά χάθηκαν..
Ποια λύτρωση γυρεύεις;
Οι μουσικές σώπασαν
τα οικεία αγρίεψαν..
Ετούτη η γη σκόρπισε
Ψάξε αλλού το θαύμα σου..
Συνειδητά χαράζω το κορμί μου
Το περιφέρω σε κρεβάτια ξένα και θολά
Το γεμίζω με έρημο, το βάφω γκρι
Το σπρώχνω στον ωκεανό της έλλειψης,
να ξεμάθει.
Εκούσια απέχω απ’ το φως
μην τύχει και σ’ αναγνωρίσω.
Λόγια που ποτέ δεν ήχησαν
γιατί δεν είπα.
Λόγια που πνίγηκαν
στο λυγμό μου.
Λόγια που πέταξαν
για πιο πρόσφορο έδαφος.
Βλέπεις, κι αυτά ζητούν αντάλλαγμα
για να σου δοθούν..
Κι εγώ ποτέ δεν πήρα άριστα στη συναλλαγή.
Σώματα ξένα μέσα μου,
Βάρος πάνω στα μέλη μου.
Κι όλο γεμίζω με σημάδια
Το κορμί μου,
Κι όλο άγραφος μένει
Ο πίνακας της ψυχής μου.
Εκλιπαρώ για το άγγιγμα ή νεκρώνω τα πάθη;
Σπαρακτική η αποχή του πόνου.
Σήκωσε τα χέρια και πες έσφαλα.
Σκύψε το κεφάλι και συλλογίσου
Τις ζωές που έγδαρες.
Αντέχεις;
Τίποτα δεν είναι αρκετό
να ξεχρεώσει τις σκέψεις σου,
να μουντζουρώσει τις πράξεις σου.
Όλα ζωγραφίστηκαν στον τοίχο του μυαλού.
Τα χρώματα τα έβαλα εγώ.
Σκαρφάλωνες με πάθος
το βουνό του αύριο.
Μαχόσουν ενάντια
στα τέρατα του χθες.
Μα ποτέ δε σήκωσες τα μάτια
να δεις τον ουρανό του τώρα.
Το παραδέχομαι,
γιάτρεψες τη σάρκα.
Αγνόησες όμως τις τρύπες
απ’ τις σφαίρες της ψυχής.
Μην πασχίζεις τώρα, τέλειωσε…
Δόλιο παιχνίδι στήνεται .
Τα ρολόγια του κόσμου ξεγελούν
τα μάτια.
Τα ημερολόγια δίνονται γι’ αντιπερισπασμό.
Αστέρια τα χρόνια..
Πληθαίνουν δίχως να προλάβεις
Την απόλαυση.
Ανάθεμα τις στιγμές
που χάνονται στην παλίρροια του χρόνου.
Ποιος ουρανός να αντέξει
την κραυγή μου,
ποια θάλασσα να σηκώσει
το στεναγμό μου,
ποια γη να κρύψει
το φόβο μου,
ποια αγάπη να καλύψει
τη γύμνια μου..
Την ευθύνη του μυαλού
δε λογαριάζω,
μονάχα την απουσία της έκρηξης
χρεώνω.
Θυμάμαι το μεγάλο μπαλκόνι,
Τη μυρωδιά από το χώμα,
Τον άνεμο που ανακάτευε τα μαλλιά σου
και θύμωνες.
Θυμάμαι τα άσπρα σκαλιά,
Τις κουνιστές καρέκλες,
Τον ήχο της φωνής σου
καθώς σιγοτραγούδαγες.
Θυμάμαι ακόμα…
Δε νόσησα από την αρρώστια
Της λήθης.
Θυμάμαι γιατί τότε υπήρξα.
Μετά χάθηκα σαν τίτλος σε οθόνη που περνά
Φευγαλέα...
Είμαι κουρασμένη απόψε για εξόδους.
Τα δυνατά φώτα,οι ανάκατες μελωδίες, είναι για τους ανυποψίαστους.
Κρατάς μυστικό;Με μπερδεύουν οι περαστικοί.
Μπλέκονται αρώματα με προθέσεις και σκέψεις και πάνω από τα κεφάλια τους,
αν παρατηρήσεις,θα δεις υποσχέσεις που αιωρούνται.
Μισοτελειωμένες ιστορίες που σε προσπερνούν,ταινίες δίχως τέλος.
Προτάσεις χωρίς τελεία.
Είμαι κουρασμένη απόψε για εξόδους.
Το μολύβι μου αρνείται πια τα κόμματα,πασχίζει για μια κουκίδα.
Μάταια το καλοπιάνω.Ωρίμασε και δεν ξεγελιέται.
Είμαι κουρασμένη απόψε για εξόδους.